Αγαπάμε το μέλι, αγαπάμε την πρόπολη, τη γύρη, το βασιλικό πολτό, τις κηραλοιφές, τις προπαλοιφές, τα μελοσάπουνα. Ιδιαιτέρα αγαπάμε το αγνό, ελληνικό μέλι και έτσι συναντήσαμε τον κο Αρβανίτη Γιώργο, μέλος της ομάδας παραγωγών «Βιο μέλι» που παράγει εδώ και χρόνια βιολογικά μελισσοκομικά προϊόντα για να του θέσουμε κάποιες ερωτήσεις. Η έδρα της «Βιο μέλι» είναι το χωριό Μεγάλο Μοναστήρι, το οποίο βρίσκεται στα σύνορα των νομών Λάρισας-Μαγνησίας, πάνω στην εθνική οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης. Εκεί βρίσκονται οι κεντρικές αποθήκες και το εκθετήριο. Τα μελισσοσμήνη μετακινούνται στον άξονα Πήλιο, Όλυμπος, Κίσσαβος, Βόρρας και Βόρεια Εύβοια.
– Πότε και πώς ξεκινήσατε τη βιολογική μελισσοκομία;
– Από το 2003 σκεφτόμασταν τη μετατροπή των μελισσοσμηνών μας από συμβατικά σε βιολογικά. Έτσι κι αλλιώς τα μεταφέραμε από τον Όλυμπο, τον Κίσσαβο και το Πήλιο στον Βόρρα ή στην Βόρεια Εύβοια και από εκεί στους ερεικώνες και στους κουμαρότοπους του νοτίου Πηλίου. Δηλαδή τα μελισσοσμήνη δε μεταφέρονταν και όταν ήταν συμβατικά σε εκτατικές ή εντατικές καλλιέργειες (π.χ. σε πορτοκαλιές ή βαμβάκια).Τελικά όμως στη βιολογική μελισσοκομία ενταχθήκαμε το 2006 με έναν αριθμό 200 μελισσοσμηνών, ενώ το 2008 εντάχθηκαν όλα τα μελισσοσμήνη μας στη βιολογική παραγωγή.
– Ποια ήταν τα βασικά προβλήματα που συναντήσατε;
– Όπως σας ανέφερα οι μετακινήσεις, που για πολλούς είναι πρόβλημα, για εμάς δεν ήταν. Δηλαδή ουσιαστικά δεν αλλάξαμε πρόγραμμα μετακινήσεων, περνώντας από τη συμβατική στη βιολογική μελισσοκομία, αφού τα μέλια μας ήταν ανέκαθεν του βουνού και του λόγγου (μέλια ορεινής ανθοφορίας, καστανιάς, πεύκου, ερείκης, θυμαριού κλπ). Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε όμως ήταν η εξεύρεση βιολογικού κεριού. Σύμφωνα με τον κανονισμό της βιολογικής μελισσοκομίας, έπρεπε να αλλαχθούν όλες οι κηρήθρες με βιολογικά πιστοποιημένο κερί. Στην ελληνική αγορά δεν υπήρχε, γιατί το 2003 η βιολογική μελισσοκομία ήταν στα σπάργανα. Απευθυνθήκαμε στην ευρωπαϊκή αγορά κι εκεί όμως ήταν δυσεύρετο. Λάβαμε την πληροφορία από φίλο βιο-μελισσοκόμο ότι βιολογικό κερί μπορούμε να βρούμε μόνο στη Νέα Ζηλανδία, μία χώρα με υψηλό δείκτη περιβαλλοντικής ευαισθησίας, αμόλυντο περιβάλλον, υψηλή μελισσοκομική τεχνική, με μελισσοκόμους πολύ προχωρημένους στη βιολογική μελισσοκομία. Από το 2006 μέχρι το 2009 φέρναμε βιολογικές κηρήθρες από τη Νέα Ζηλανδία, πιστοποιημένες όχι μόνο από τον νεοζηλανδικό οργανισμό, αλλά κι από τον γαλλικό ECOCERT. Τώρα, βέβαια, εδώ και δύο χρόνια βγάζουμε το δικό μας πιστοποιημένο ελληνικό κερί. Είμαστε πλέον αυτάρκεις κι έχουμε σταματήσει τις εισαγωγές βιολογικών φύλλων κηρήθρας.
– Πώς «δουλεύετε» τα μελίσσια; Υπάρχει συνεργασία μελισσοκόμων;
– Με τα μελισσοσμήνη ασχολούμαστε τρία άτομα. Στην ουσία για εμάς η μελισσοκομική χρονιά ξεκινάει από τον Φεβρουάριο. Προετοιμασία μελισσοσμηνών, έλεγχος για αποθέματα μελιού και γύρης. Ο Μάρτιος είναι ο μήνας που τα μελίσσια θέλουν τη μεγαλύτερη προσοχή λόγω των αστάθμητων καιρικών συνθηκών. Από τα μέσα Απριλίου ξεκινάμε τη συλλογή γύρης ερείκης και λαδανιάς, ενώ ετοιμαζόμαστε για την παραγωγή βασιλικού πολτού. Περί τα μέσα Μαΐου τουλάχιστον τρία από τα έξι μελισσοκομεία μεταφέρονται στον Όλυμπο, αφού εκεί τότε αρχίζει η Άνοιξη, όπου θα παραμείνουν μέχρι τα τέλη Αυγούστου. Στον Όλυμπο θα μαζέψουν γύρη ορεινής ανθοφορίας, ενώ θα συλλέξουν μέλι ακακίας, μέλι αγριοβοτάνων και αγριολούλουδων, μέλι θυμαριού, μέλι δάσους. Αυτά τα μελισσοσμήνη θα μεταφερθούν Σεπτέμβριο – Οκτώβριο – Νοέμβριο στο Πήλιο για να συλλέξουν μέλι ερείκης και κουμαριάς. Τα υπόλοιπα τρία μελισσοκομεία θα μεταφερθούν σε Πήλιο, Κίσσαβο, Βόρρα, όπου θα συλλέξουν μέλι ανθέων, καστανιάς, βελανιδιάς, πολυκόμπου, ενώ τον Σεπτέμβριο – Οκτώβριο – Νοέμβριο θα μεταφερθούν στα πεύκα και τα πιο δυνατά από αυτά στον κρόκο. Για να επιτευχθεί στο έπακρο το πρόγραμμα μετακινήσεων, αλλά και συλλογής των προϊόντων χρειάζεται άριστη συνεργασία μεταξύ μας.
– Ποια πιστεύετε ότι είναι η ποιοτική διαφορά του τελικού προϊόντος;
– Πιστεύω ακράδαντα ότι το μέλι είναι ένα προϊόν που εκ φύσεως είναι βιολογικό. Οι παρεμβάσεις του ανθρώπου είναι εκείνες που επηρεάζουν το τελικό προϊόν. Χορήγηση φαρμάκων στα μελισσοσμήνη, τροφοδοσία με ζάχαρη ή γλυκόζη, κηρήθρες με νόθευση κεριού και παραφίνης, μεταφορά μελισσοσμηνών σε εντατικές καλλιέργειες (πορτοκαλιές, αμυγδαλιές, βαμβάκια, ηλίανθους, καλαμπόκια κλπ) είναι μερικά από τα προβλήματα της συμβατικής μελισσοκομίας. Ευτυχώς οι μελισσοκόμοι και ειδικότερα οι νέοι αντιλαμβάνονται ότι αυτό είναι φαύλος κύκλος που οδηγεί σε αδιέξοδο. Η μέλισσα, όπως και όλοι οι οργανισμοί, έχουν μηχανισμούς αυτοίασης και κατά συνέπεια επιβίωσης. Δεν χρειάζονται την επέμβαση του ανθρώπου. Άλλωστε, ζει στον πλανήτη εδώ και πενήντα εκατομμύρια χρόνια, πολύ πριν την εμφάνιση του ανθρώπου. Και αν και ο άνθρωπος ασχολείται μαζί της τα τελευταία πέντε χιλιάδες χρόνια, εντούτοις δεν έχει εξημερωθεί, δεν είναι οικόσιτο ζώο. Αυτό νομίζω ότι λέει πολλά σε πολλούς. Και για να επανέλθω στην ερώτησή σας, πιστεύω ότι αν δεν παρέμβουν οι άνθρωποι στα μελισσοσμήνη με άκαιρους και άσκοπους χειρισμούς ή μεταφορές, οι μέλισσες είναι σε θέση να παράγουν προϊόντα υψηλής ποιότητας.
– Πείτε μας λίγα λόγια για το μέλι που παράγετε.
– Το μέλι που παράγουμε είναι κυρίως ορεινής ανθοφορίας. Κάθε χρόνο κάνουμε μετακινήσεις με σκοπό να παραχθούν αρκετά είδη μελιού. Αυτό βέβαια δεν επιτυγχάνεται πάντα. Αστάθμητοι παράγοντες, όπως οι καιρικές συνθήκες, επηρεάζουν τη νεκταροέκκριση και κατά συνέπεια την παραγωγή μελιού. Είμαστε ευχαριστημένοι αν στο τέλος της μελισσοκομικής χρονιάς (περί τα τέλη Νοεμβρίου) έχουμε τρυγήσει έξι-οκτώ είδη μελιού. Παράγουμε μέλια από πολύ γλυκά π.χ. ακακίας έως πολύ πικρά π.χ. κουμαριάς. Κι εδώ πρέπει να σημειώσω ότι από τα 31 είδη μελιού που παράγει η χώρα μας -μοναδική στον κόσμο σε τέτοια ποικιλία μελιού- τουλάχιστον δέκα είναι πικρά μέλια ή έστω όχι γλυκά με πλήθος όμως ευεργετικές ιδιότητες για τον ανθρώπινο οργανισμό. Αυτό βέβαια ανατρέπει την άποψη που έχει πολύς κόσμος ότι το μέλι είναι πάντα γλυκό.
– Ποια άλλα προϊόντα παράγετε; Ποιο θεωρείτε πιο ξεχωριστό;
– Τα μελισσοσμήνη μας συλλέγουν ακόμα τέσσερα είδη γύρης (ανθέων, λαδανιάς, ερείκης, καστανιάς), ενώ παράγουν βασιλικό πολτό, πρόπολη, κερί και δηλητήριο μελισσών. Ξεχωριστό θεωρώ το δηλητήριο μελισσών (το οποίο συλλέγεται με ειδικές, ρωσικής προέλευσης συσκευές που δε θανατώνουν τις μέλισσες), καθώς και το μέλι κρόκου που είναι το πιο ακριβό ελληνικό μέλι. Όλα τα προϊόντα μας συσκευάζονται σε συσκευαστήριο με ISO 22000 εκτός από το δηλητήριο μελισσών που πωλείται μόνο χονδρική και ποτέ σε ιδιώτες.
– Κάποια προϊόντα παρασκευάζονται σε μοναστήρι της Βορείου Ελλάδας. Πείτε μας για αυτή τη συνεργασία και για τα προϊόντα.
– Είναι γεγονός ότι τα μοναστήρια έχουν τεράστια εμπειρία στην επεξεργασία και παρασκευή προϊόντων που έχουν ως βάση το κερί μέλισσας, την πρόπολη ή το μέλι (μελοσάπουνα, προπαλοιφές, κηραλοιφές, διαλύματα πρόπολης). Άλλωστε, πολλά μοναστήρια έχουν μελισσοκομία που εξυπηρετεί πάντα κι έναν σκοπό: την παραγωγή κεριού για λατρευτικούς σκοπούς. Σκεφτείτε ότι ορισμένα μοναστήρια έχουν παράδοση και εμπειρία πάνω από χίλια χρόνια. Εκ προοιμίου λοιπόν, η συνεργασία μας θα ήταν πετυχημένη. Άλλωστε είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι οι μοναστηριακές συνταγές είναι αξεπέραστες. Σκεφτείτε ότι τα μελοσάπουνα ωριμάζουν στο παρασκευαστήριο του μοναστηριού 100 -120 ημέρες ανάλογα με τον καιρό, όταν τα σαπούνια των βιομηχανιών παρασκευάζονται σε λίγες ώρες. Νομίζω ότι το διάστημα της αναμονής λέει πολλά για την ποιότητα του τελικού προϊόντος.
– Πού μπορεί κανείς να βρει τα προϊόντα σας;
– Σε όλη την Ελλάδα, στη Λάρισα, Βόλο, Τρίκαλα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Πάτρα, Κατερίνη, Βέροια, Ιωάννινα, Καλαμάτα, Κέρκυρα και σύντομα σε περισσότερες πόλεις της Ελλάδας. Στο εξωτερικό σε Ρωσία (δασόμελο και δηλητήριο μελισσών), Ιταλία (πρόπολη), Ελβετία (μέλι κρόκου), Ολλανδία (μέλι πολυκόμπου), Κορσική (μέλι κουμαριάς), Αμπού Ντάμπι (μέλι κρόκου), Νέα Ζηλανδία (μέλι κρόκου).
– Πώς αξιολογείτε την ελληνική αγορά σε σχέση με τα βιολογικά προϊόντα και ιδιαίτερα με το μέλι; Ποια είναι τα θετικά της και ποια τα αρνητικά της;
– Πιστεύω ότι παρά την κρίση τα βιολογικά προϊόντα έχουν μέλλον στην ελληνική αγορά. Προσωπικά παρατηρώ μια μεγάλη αύξηση στη ζήτηση γύρης, βασιλικού πολτού και πρόπολης και κεριού, ενώ στο μέλι παρατηρείται στασιμότητα. Οι καταναλωτές μπορεί να έχουν περιορίσει τις αγορές, αλλά δεν έχουν απομακρυνθεί από τα βιολογικά προϊόντα. Απλώς αγοράζουν λιγότερα και με προγραμματισμό πια.
Στα θετικά συγκαταλέγω ότι ο Έλληνας ακόμη και σε δύσκολες οικονομικά εποχές δείχνει την προτίμησή του απέναντι στο βιολογικό ελληνικό προϊόν. Στα αρνητικά, τουλάχιστον όσον αφορά την αγορά των μελισσοκομικών προϊόντων, ότι αρκετοί βιοκαταναλωτές είναι ανενημέρωτοι. Πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι το μέλι πολυκόμπου -μοναδικό στον κόσμο- είναι το πιο πλούσιο σε ένζυμα, ενώ το μέλι κρόκου μπορεί να συναγωνιστεί επάξια το μέλι manuka των Νεοζηλανδών;
Σχολιάστε το άρθρο