Αναδημοσίευση του ενδιαφέροντος άρθρου του Εργαστηρίου Μελισσοκομίας –Σηροτροφίας του ΑΠΘ
Τον Ιανουάριο 2004, η καναδικών συμφερόντων εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.Μ.Β.Χ.» σύναψε σύμβαση με το ελληνικό κράτος για τα δικαιώματα εξόρυξης στα «ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ» έναντι του ποσού των 11 εκατ. ευρώ και τον Ιανουάριο του 2006 υπέβαλε επιχειρησιακό σχέδιο για την εκμετάλλευση των μεταλλείων Ολυμπιάδας και Σκουριών, καθώς και για την κατασκευή και λειτουργία μονάδας κατεργασίας χρυσού στην περιοχή του Στρατωνίου.
Οι κάτοικοι της Χαλκιδικής προσέφυγαν στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο και ζήτησαν,
α) αναστολή της από 29.3.2012 απόφασης παραχώρησης στην εταιρεία τμημάτων δημοσίου δάσους στις θέσεις Σκουριές Σταγείρων και Μαντέμ Λάκκος του Δήμου Αριστοτέλη.
β) αναστολή του από 24.5.2012 συμφωνητικό εγκατάστασης της επίμαχης εταιρείας στη θέση Σκουριές για την εκτέλεση υλοτομικών εργασιών και
γ) αναστολή του από 16.5.2012 συμφωνητικό εγκατάστασης της ίδιας εταιρείας στη θέση Μαντέμ Λάκκο για υλοτομικές και πάλι εργασίες.
Οι κάτοικοι υποστηρίζουν ότι η πραγματοποίηση των έργων που απαιτούνται για την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου στις Σκουριές και τον Μαντέμ Λάκκο θα έχει ως συνέπεια, μη αναστρέψιμης βλάβης και ανεπανόρθωτης καταστροφής στο δασικό περιβάλλον της περιοχή.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) με την υπ’ αριθμό 398/2012 στις 2472012 απόφασή του απέρριψε την αίτηση των κατοίκων, κρίνοντας ότι δεν συντρέχει λόγος να ανασταλούν οι τρεις προσβαλλόμενες αποφάσεις. Η απόφαση αυτή του ΣτΕ άναψε προσωρινά το «πράσινο φως» για τη συνέχιση των έργων εκμετάλλευσης των μεταλλείων χρυσού στη Χαλκιδική.
Η μεταλλευτική δραστηριότητα στη Χαλκιδική προκάλεσε επίσης σωρεία αντιδράσεων από πολιτικά κόμματα, πανεπιστημιακά ιδρύματα, περιβαλλοντικές και άλλες οργανώσεις καθώς επίσης και μεμονωμένα άτομα γιατί εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους στο περιβάλλον, στις παραγωγικές δραστηριότητες, στους υδατικούς πόρους και στην υγεία των κατοίκων.
Η μελισσοκομία είναι μια από τις παραγωγικές δραστηριότητες της Χαλκιδικής, η οποία όχι μόνο θίγεται από τις μεταλλευτικές δραστηριότητες της Χαλκιδικής, αλλά κινδυνεύει να αφανιστεί και να συμπαρασύρει ολόκληρο το μελισσοκομικό κλάδο.
Το άρθρο αυτό αναφέρεται στο πόρισμα εννέα καθηγητών της Γεωπονικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης οι οποίοι ορίστηκαν ως επιτροπή μελέτης από τη Γενική Συνέλευση της Σχολής για να αποφανθεί κατά πόσο η επέκταση των μεταλλευτικών δραστηριοτήτων στη Β. Α. Χαλκιδική είναι συμβατή με αγροτικές δραστηριότητες όπως, η Γεωργία, η Κτηνοτροφία, η Μελισσοκομία, η Αλιεία, κ. ά.
ΤΙ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ
Το επενδυτικό σχέδιο ανάπτυξης των μεταλλείων Κασσάνδρας της εταιρείας και η σχετική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) περιλαμβάνουν τα παρακάτω:
α) Υποέργο Στρατωνίου. Ανάπτυξη υφιστάμενου μεταλλείου και λειτουργία υφιστάμενου εργοστασίου εμπλουτισμού. Κατασκευή δύο νέων εγκαταστάσεων εξυπηρέτησης πλοίων μεταφοράς φορτίου.
β) Υποέργο Σκουριών. Ανάπτυξη νέου επιφανειακού και υπόγειου μεταλλείου. Εγκατάσταση εργοστασίου εμπλουτισμού και δύο εγκαταστάσεων (φράγματα) απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων και αποβλήτων εμπλουτισμού.
γ) Υποέργο Ολυμπιάδας. Ανάπτυξη υφιστάμενου μεταλλείου και ανακαίνιση υφιστάμενου εργοστασίου εμπλουτισμού.
δ) Υποέργο Μαντέμ Λάκκου. Θα εγκατασταθούν εργοστάσια α) εμπλουτισμού, β) μεταλλουργικής κατεργασίας με ακαριαία τήξη, γ) παραγωγής θειικού οξέος. Θα κατασκευαστούν αγωγοί μεταφοράς και δεξαμενές απόθεσης, αποθήκευσης και εγκατάσταση αποβλήτων καθώς επίσης και στοά προσπέλασης.
ΠΟΙΕΣ ΟΙ ΣΧΕΔΙΑΖΟΜΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
α) Αποψίλωση της δασικής βλάστησης σε μια έκταση μεγαλύτερη των 2.500 στρεμμάτων.
β) Απομάκρυνση και απόθεση ‘επιφανειακού εδάφους από όλη την έκταση στην οποία θα σχηματιστεί ο κρατήρας της επιφανειακής εξόρυξης και θα αποτεθεί σε άλλα σημεία.
γ) Όρυξη εννέα (9) γεωτρήσεων περιμετρικά του κρατήρα και μέχρι βάθους 140 μέτρων χαμηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας, για προαποστράγγιση του μεταλλείου και άντληση νερού για τις ανάγκες του εργοστασίου εμπλουτισμού
δ) Κατασκευή φραγμάτων από τα απόβλητα εξόρυξης. Τα απόβλητα εξόρυξης θα υπερβαίνουν τα 36 εκατομμύρια τόνους στα 11 χρόνια λειτουργίας της επιφανειακής εξόρυξης.
ε) Η επιφανειακή εξόρυξη του μεταλλεύματος που προγραμματίζεται να ανέλθει σε 24.000 τόνους ημερησίως και συνολικά σε 66,9 εκατομμύρια τόνους θα επιτυγχάνεται με εκσκαφή και ανατίναξη. Η ημερήσια χρησιμοποίηση εκρηκτικών θα κυμαίνεται από 4,32 έως 6 τόνους ενώ ο κρατήρας που θα δημιουργηθεί κατά την εξόρυξη θα έχει διάμετρο 705 και βάθος 220 μέτρα
στ) Μεταφορά πρόθραυση απόθεση μεταλλεύματος σε στεγασμένη πλατεία αποθηκευτικής ικανότητας 80.000 τόνων
ζ) Λειοτρίβηση χημική επεξεργασία (εμπλουτισμός). Τα χημικά αντιδραστήρια που προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν είναι νατριούχος ισοπροπυλική ξανθάτη, συλλέκτης aeropromoter, αφριστικά (μεθυλισοβουτυλκαρβινόλη και Dowfroth) και κροκιδωτικά μέσα
η) Μεταφορά α) του τελικού προϊόντος, που αποτελεί μόλις το 1,97 % του μεταλλεύματος, στο εργοστάσιο μεταλλουργίας στο Μαντέμ Λάκκο και β) των αποβλήτων εμπλουτισμού, που αποτελούν το 98,03% του μεταλλεύματος, στα φράγματα/τέλματα.
ΠΟΥ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ
Η περιοχή που έχει παραχωρηθεί στη εταιρία ‘ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ ΑΕ’, για μεταλλευτική δραστηριότητα (Ν.3220/2004) περιλαμβάνεται στο Δήμο Αριστοτέλη (πρώην Δήμοι ΣταγείρωνΑκάνθου, Παναγίας και Αρναίας) και έχει συνολική περιοχή μεταλλευτικής ιδιοκτησίας 317.000 στρ. από τα 744.000 στρεμ. του Δήμου δηλαδή ποσοστό 42.6%. Η συγκεκριμένη περιοχή δραστηριότητας καλύπτεται κατά περίπου 90 % από δάση. Μεγάλο μέρος αυτής της έκτασης αποτελεί περιοχή NATURA 2000 αλλά υπάρχουν σε αυτήν και άλλες προστατευόμενες περιοχές. Η περιοχή επίσης χαρακτηρίζεται από πλούσια χλωρίδα και πανίδα με σπάνια, κινδυνεύοντα και αυστηρώς προστατευόμενα από διεθνείς συμβάσεις είδη.
Το ιδιαίτερο φυσικό κάλλος της περιοχής σε συνδυασμό με τους αρχαιολογικούςιστορικούς χώρους έχει ως αποτέλεσμα η περιοχή να αποτελεί πολύ σημαντικό τουριστικό προορισμό, κυρίως παράκτιο θερινό, από Έλληνες και ξένους.
ΠΟΙΕΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Γενικά
Οι επιπτώσεις στο γενικότερο περιβάλλον από τις νέες εγκαταστάσεις των εργοστασίων παραγωγής θειικού οξέος, μεταλλουργικής κατεργασίας και το υποέργο των Σκουριών, θα είναι πολύ σοβαρές και μόνιμες, δηλαδή θα υφίστανται και μετά την πάροδο δεκαετιών ή και εκατοντάδων χρόνων από το πέρας των δραστηριοτήτων τους.
Αξίζει να αναφερθεί ότι όλες αυτές οι δραστηριότητες εγκυμονούν μεγάλους κινδύνους και θα έχουν μη αναστρέψιμες επιπτώσεις σε οποιαδήποτε περίπτωση. Οι συνέπειες όμως θα είναι αφάνταστα μεγαλύτερες και θα προκαλέσουν ολοκληρωτική καταστροφή στην περίπτωση ακραίων καιρικών φαινομένων ή έντονης σεισμικής δραστηριότητας. Τέτοιες συνθήκες δεν πρέπει να αποκλείονται καθώς η περιοχή χαρακτηρίζεται από ισχυρές βροχοπτώσεις και σημαντικά πλημμυρικά φαινόμενα. Η ενεργοποίηση υπόγειων ρηγμάτων ενέχει τον κίνδυνο οριστικής αποστράγγισης των υπόγειων νερών στο μέλλον
Από πλευράς σεισμικότητας η περιοχή εντάσσεται στη ζώνη σεισμικής επικινδυνότητας ΙΙ στην οποία κατατάσσονται ισχυρά σεισμόπληκτες περιοχές. Στην ευρύτερη περιοχή της Χαλκιδικής έχει αναφερθεί και καταγραφεί μεγάλος αριθμός σεισμών από την αρχαιότητα έως και τις ημέρες μας. Μόνο κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα αναφέρονται οκτώ σεισμοί εκ των οποίων οι τρεις ήταν μεγέθους από 7 έως 7,5 (1905, 1932 και 1968), τέσσερις από 6,1 έως 6,6 (1902, 1923, 1947 και 1978) και ένας 5,3 (1995) βαθμούς της κλίμακας Richter. Σύμφωνα με τον Καθηγητή Γεωφυσικής του Α.Π.Θ. Β.Κ. Παπαζάχο, «η σεισμική διέγερση παρουσιάζει ευαίσθητη εξάρτηση ακόμα κι από ανθρωπογενείς δράσεις» όπως αυτές που προγραμματίζονται στην Χαλκιδική (τεχνητή μεταβολή υδροστατικής πίεσης, εξορύξεις ορυκτών, ημερήσια χρησιμοποίηση 6 τόνους εκρηκτικών κ.ά). Σημειώνεται ότι το ρήγμα ΣτρατωνίουΒαρβάρας εφάπτεται του ανατολικού ορίου του φράγματος “Κοκκινόλακκας” το οποίο θα χρησιμοποιείται ως χώρος απόθεσης επικίνδυνων εγκιβωτισμένων στερεών καταλοίπων μέγιστης χωρητικότητας
Ειδικότερες επιπτώσεις
α) Εδάφη
Η κάλυψη της επιφάνειας του εδάφους λόγω απόθεσης ‘φυτικής γης’ θα οδηγήσει σε υποβάθμιση και καταστροφή της φυσικής βλάστησης και πέραν της αποψιλωμένης περιοχής. Επιπλέον, η συνεχής άντληση νερού από προοδευτικά μεγαλύτερα βάθη, θα προκαλέσει υποβιβασμό της υπεδάφειας στάθμης νερού και ξήρανση του επιφανειακού εδάφους σε ακτίνα χιλιομέτρων από το επιφανειακό όρυγμα καθώς και υποβάθμιση και καταστροφή της φυσικής βλάστησης πολύ πέραν της περιοχής που αποψιλώθηκε. Κατά τη διάρκεια των βροχοπτώσεων, στην επιφάνεια του γυμνού πλέον εδάφους το νερό θα απορρέει επιφανειακά, συχνά θα εμφανίζονται πλημμυρικά επεισόδια και θα προκαλούνται έντονες διαβρώσεις. Τελικό αποτέλεσμα όλων των προηγούμενων φαινομένων θα είναι η απώλεια πολύτιμου εδάφους, η απώλεια νερού, λόγω αδυναμίας του να διεισδύσει στο εσωτερικό του εδάφους, η ρύπανση και καταστροφή του εδάφους και των καλλιεργειών σε χαμηλότερα σημεία της επιφάνειας.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιφανειακής εξόρυξης (11 έτη), θα παράγεται σκόνη μεταλλεύματος η οποία θα ανέρχεται σε 2.162 τόνους ανά ώρα στους χώρους του μεταλλείου και σε 954 τόνους ανά ώρα στους χώρους απόθεσης του μεταλλεύματος. Τα τεμαχίδια αυτής της σκόνης αποτελούνται από θειούχες ενώσεις βαρέων μετάλλων όπως αντιμονίου, αρσενικού, βαρίου, καδμίου, χρωμίου, χαλκού, σιδήρου, μαγγανίου, νικελίου, μολύβδου, υδραργύρου, ψευδαργύρου, κ.ά. Ορισμένα από αυτά τα μέταλλα αυτά θεωρούνται ως ισχυρώς τοξικά για τα φυτά, τα ζώα και τον άνθρωπο. Οι τεράστιες αυτές ποσότητες σκόνης (συνολικά 3.116 τόνοι ανά ώρα) θα μετακινούνται με τον άνεμο και θα αποθέτονται ως ξηρή απόθεση στην επιφάνεια του εδάφους, στα επιφανειακά νερά και στο υπέργειο τμήμα των φυτών. Επίσης η σκόνη που θα κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα μπορεί να μετακινηθεί με το νερό της βροχής και να προκαλέσει ρύπανση του εδάφους και των φυτών. Για τον υπολογισμό της απόστασης που μπορεί να μετακινηθεί η σκόνη μεταλλεύματος στην ατμόσφαιρα αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι, στη χώρα μας έρχεται σκόνη από τη Βόρεια Αφρική.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιφανειακής εξόρυξης, θα εκπέμπονται σε πολύ αυξημένες ποσότητες διάφορα αέρια (μονοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, πτητικές οργανικές ενώσεις, διοξείδιο του θείου). Όλα αυτά τα οποία συμποσούνται σε περισσότερο από 950 τόνους ετησίως χωρίς να υπολογίζεται το διοξείδιο του άνθρακα, είναι πολύ επικίνδυνοι ρυπαντές για την υγεία του ανθρώπου και συμβάλουν στην εντονότερη εμφάνιση του φαινομένου του θερμοκηπίου και στην κλιματική αλλαγή.
Τα απόβλητα εξόρυξης που θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή των φραγμάτων, οι σωροί κατατεμαχισμένου και λειοτριβημένου μεταλλεύματος αλλά και τα απόβλητα εμπλουτισμού, κατά την επαφή τους με το νερό και την έκθεσή τους στον αέρα αποδίδουν μεταλλικά, θειικά και υδρογόνοιόντα. Όλα αυτά αποτελούν την όξινη απορροή (στραγγίσματα), η οποία οδηγεί σε μείωση του pH (οξίνιση) του εδάφους και επιβάρυνση του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων με βαρέα μέταλλα. Με τη δράση βακτηρίων και παρουσία οργανικών ουσιών, ορισμένα βαρέα μέταλλα μετατρέπονται σε μεθυλικές μορφές οι οποίες είναι ιδιαίτερα τοξικές. Η χρησιμοποίηση για άρδευση ρυπασμένου με βαρέα μέταλλα επιφανειακού ή υπόγειου νερού, επιτείνει τη ρύπανση του εδάφους ενώ η χρησιμοποίησή του ως πόσιμου από ζώα και ανθρώπους, οδηγεί σε συσσώρευση βαρέων μετάλλων στον οργανισμό τους.
Η μείωση του pH του εδάφους και η αυξημένη περιεκτικότητά του σε βαρέα μέταλλα θα καταστήσουν το έδαφος ακατάλληλο να χρησιμοποιηθεί ως ενδιαίτημα από οργανισμούς και μικροοργανισμούς καθώς επίσης και ως υπόστρωμα ανάπτυξης φυτών.
Έχει βρεθεί, σχεδόν σε όλες τις χώρες που λειτουργούν ή λειτουργούσαν μεταλλεία χρυσού ότι, εδάφη που βρίσκονται ακόμη και σε μεγάλη απόσταση από αυτά, παραμένουν ρυπασμένα με βαρέα μέταλλα και αρκετές 10ετίες ή και 100ετίες μετά τη διακοπή λειτουργίας των μεταλλείων.
β) Υδατικό δυναμικό
Η συνεχής άντληση νερού με τις εννέα γεωτρήσεις που θα ανορυχθούν περιμετρικά της επιφανειακής εξόρυξης, θα προκαλέσει υποβιβασμό της υπεδάφειας στάθμης νερού (και του υδροφορέα) και επομένως της στάθμης των υπαρχουσών γεωτρήσεων που χρησιμοποιούνται για άρδευση των καλλιεργειών και ξήρανση του επιφανειακού εδάφους σε ακτίνα χιλιομέτρων από την περιφέρεια του επιφανειακού ορύγματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ποσότητα του αντλούμενου ύδατος ισοδυναμεί με τις ανάγκες νερού ύδρευσης περίπου 25.000 κατοίκων. Ένας ακόμη λόγος για την απώλεια νερού οφείλεται στο ότι, στην επιφάνεια του γυμνού πλέον εδάφους το νερό, κατά τη διάρκεια των βροχοπτώσεων, θα απορρέει επιφανειακά, δεν θα διεισδύει στο εσωτερικό του εδάφους και ουσιαστικά θα ‘χάνεται’ για την περιοχή.
Όσον αφορά την ποιότητα των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, είναι σίγουρο ότι αυτή θα επηρεαστεί αρνητικά από όλες τις μεταλλευτικές δραστηριότητες και οι επιπτώσεις θα είναι μη αναστρέψιμες. Ιδιαίτερα, όταν το πλεονάζον, από το αντλούμενο, νερό επαναδιοχετεύεται στον υδροφορέα, θα επιφέρει μόνιμη ρύπανση των υπόγειων υδάτων.
γ) Καλλιεργούμενα φυτά Γεωργία
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, σκόνη μεταλλεύματος που θα κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα θα επικαθήσει στο υπέργειο τμήμα των φυτών, σχηματίζοντας συχνά ένα παχύ στρώμα στην επιφάνεια των φύλλων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα παρεμποδίζονται ζωτικές λειτουργίες των φυτών όπως η διαπνοή και η φωτοσύνθεση. Επιπλέον, τα βαρέα μέταλλα που περιέχονται σε αυτή τη σκόνη απορροφώνται δια μέσου των στοματίων των φύλλων. Επίσης, φυτά που αναπτύσσονται σε περιβάλλον (έδαφος, νερό, ατμόσφαιρα) επιβαρυμένο με βαρέα μέταλλα, τα προσλαμβάνουν και με το ριζικό τους σύστημα σε αυξημένες αναλογίες και έτσι επέρχεται συσσώρευση βαρέων μετάλλων σε όλους τους φυτικούς ιστούς. Το γεγονός αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις σε φυσιολογικές και μεταβολικές λειτουργίες και διεργασίες των φυτών. Τέλος, τα βαρέα μέταλλα και οι ενώσεις τους δε διασπώνται και δε βιοαποικοδομούνται.
Τα συμπτώματα που εμφανίζουν φυτά που αναπτύσσονται σε περιβάλλον με υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων είναι η μειωμένη ανάπτυξη ή αδυναμία ανάπτυξης του υπέργειου και του ριζικού συστήματος, η πρόωρη γήρανση και τέλος η μάρανση. Σε περιπτώσεις που τα φυτά κατορθώσουν να επιβιώσουν, παρατηρείται αυξημένη συσσώρευση βαρέων μετάλλων σε καρπούς, σπόρους και στους υπόλοιπους φυτικούς ιστούς που συνήθως καταναλώνονται ως νωπά γεωργικά προϊόντα. Η κατανάλωση τέτοιων προϊόντων από ζώα ή / και τον άνθρωπο, δηλαδή η εισαγωγή τους στην τροφική αλυσίδα έχει πολύ σοβαρές συνέπειες στην υγεία των ζώων και των ανθρώπων. Από όσα είναι γνωστά μέχρι σήμερα όλα σχεδόν τα καλλιεργούμενα φυτά που έχουν κάποια οικονομική σημασία επηρεάζονται (αρνητικά) από την παρουσία σε υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων στο περιβάλλον ανάπτυξής τους.
δ) Επιπτώσεις στην μελισσοκομία
Παρούσα κατάσταση: Στην Περιφερειακή Ενότητα (ΠΕ) Χαλκιδικής υπάρχουν περίπου 814 μελισσοκόμοι οι οποίοι κατέχουν 152.385 κυψέλες δηλαδή το 9,7% του συνόλου της χώρας. Από αυτούς οι 389 (48%) είναι επαγγελματίες και ζουν αποκλειστικά από τα εισοδήματα της μελισσοκομικής εκμετάλλευσης. Οι υπόλοιποι είναι ερασιτέχνες μελισσοκόμοι οι οποίοι ενισχύουν το εισόδημά τους ασκώντας μελισσοκομία με μεγάλο αριθμό κυψελών. Στη Χαλκιδική υπάρχουν 84 κυψέλες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο όταν ο μέσος όρος πυκνότητας κυψελών στην Ελλάδα, η οποία κατατάσσεται πρώτη στην Ευρώπη, είναι μόλις 11 κυψέλες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο.
Ο αριθμός των κυψελών στην Χαλκιδική αυξάνεται σημαντικά το Φθινόπωρο, όταν μελίσσια από την υπόλοιπη Ελλάδα μεταφέρονται σ’ αυτήν, για την εκμετάλλευση των μελιτωδών εκκρίσεων του εντόμου Marchalina hellenca το οποίο παρασιτεί στη χαλέπιο και τραχεία πεύκη. Υπολογίζεται ότι το 65% της ετήσιας παραγωγής μελιού στην Ελλάδα παράγεται από τα πευκοδάση και ότι η Χαλκιδική μαζί με τη Θάσο είναι οι κυριότερες μελισσοκομικές περιοχές της χώρας μας για την παραγωγή πευκόμελου.
Οι συνέπειες της επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Β.Α. Χαλκιδική: Θα είναι καταστροφικές για τη μελισσοκομία όχι μόνο της περιοχής και του νομού αλλά όλης της χώρας για τους ακόλουθους λόγους:
α) Οι τεράστιες ποσότητες επιβαρυμένης με βαρέα μέταλλα σκόνης η οποία ανέρχεται στους 3116 τόνους για κάθε μια ώρα λειτουργίας των μεταλλείων και οι οποίες θα παράγονται κατά τη διάρκεια της εξόρυξης και απόθεσης του μεταλλεύματος, μετακινούμενες με το άνεμο θα επικάθονται, στο έδαφος, στο νερό, στα φυτά και στις μελιτώδεις εκκρίσεις της πεύκης και της δρυός δημιουργώντας έτσι ένα ιδιαίτερα αρνητικό και συνάμα τοξικό περιβάλλον για την διατροφή και την επιβίωση των μελισσών. Η επιβαρημένη σκόνη μπορεί να μεταφερθεί σε τεράστιες αποστάσεις δημιουργώντας περιοχές και ζώνες απαγορευτικές για τις μέλισσες. Κλασσικές μελισσοκομικές περιοχές όπως είναι η Κασσάνδρα, η Σιθωνία, το Άθως ακόμα και η Θάσος κινδυνεύουν να χαθούν οριστικά. Κλασσικό παράδειγμα μεταφοράς σκόνης από μεγάλες αποστάσεις και αρνητικές επιπτώσεις στην μελισσοκομία είναι η κάλυψη των μελισσοκομικών φυτών της Κύπρου από σκόνη η οποία μεταφέρεται από την Αφρική.
β) Οι μέλισσες έχουν χρησιμοποιηθεί ως δείκτες ρύπανσης του περιβάλλοντος με βαρέα μέταλλα γιατί είναι σε θέση να συλλέξουν, να μεταφέρουν και να αποθηκεύσουν στο ενδιαίτημά τους επιβαρυμένα με βαρέα μέταλλα νέκταρ, γύρη και νερό. Η αυτοφυής βλάστηση αλλά και τα καλλιεργούμενα φυτά τα οποία αναπτύσσονται σε εδάφη ρυπασμένα με βαρέα μέταλλα, προσλαμβάνουν και συσσωρεύουν αυτά τα μέταλλα στους ιστούς, στο νέκταρ και στη γύρη. Οι μέλισσες συλλέγουν και μεταφέρουν το επιβαρυμένο νέκταρ και τη γύρη στη κυψέλη με αποτέλεσμα να ρυπαίνονται όλα τα προϊόντα τους, να δηλητηριάζεται ο γόνος, να μειώνεται ο πληθυσμός και τέλος να χάνεται ολόκληρο το μελίσσι.
γ) Οι μελιτώδεις εκκρίσεις της πεύκης και της δρυός καθώς επίσης και η γύρη της καστανιάς είναι εκτεθειμένα στην ρύπανση από αιωρούμενη σκόνη. Αντιθέτως το νέκταρ στα ανθοφόρα φυτά προστατεύεται από τα πέταλα του άνθους αλλά ρυπαίνεται μέσω του χυμού. Με τον τρόπο αυτό το πευκόμελο ή δασόμελο θα υποβαθμιστεί ποιοτικά και οι έλληνες μελισσοκόμοι θα χάσουν μια εξαιρετική μελισσοκομική νομή. Παράλληλα, επειδή το πευκόμελο δεν κρυσταλλώνει χρησιμοποιείται ως βάση στις αναμίξεις ελληνικών μελιών για να περιορίσει την ταχύτητα κρυστάλλωσης στο τελικό προϊόν. Η ποιοτική υποβάθμιση του πευκόμελου θα έχει ως αποτέλεσμα και αντίστοιχη υποβάθμιση του συνόλου του ελληνικού μελιού.
δ) Η αποψίλωση δασικής βλάστησης σε έκταση 2500 στρεμμάτων και η απόθεση φυτικής γης η οποία θα καταστρέψει την υπάρχουσα βλάστηση στην περιοχή απόθεσης, θα επηρεάζει αρνητικά και την ανάπτυξη και επιβίωση των μελισσών οι οποίες ως γνωστό εξαρτώνται αποκλειστικά από τη διαθέσιμη χλωρίδα. Παράλληλα με την πεύκη, ο Χολομώντας (όρος Υψίζων) καλύπτεται από πυκνή βλάστηση φυλλοβόλων δένδρων (δρύες και άλλα πλατύφυλλα), την οποία επίσης χρησιμοποιούν οι μέλισσες. Η μελισσοκομική χλωρίδα της περιοχής συμπληρώνεται με καστανιές, αγριοφουντουκιές, ανοιξιάτικα ρείκια, κουμαριές, κουτσουπιές, σμυρνιές και πολλά άλλα φυτά τα οποία όχι μόνο προσφέρουν και συντηρούν ένα μεγάλο αριθμό μελισσών αλλά και αποτελούν καταφύγιο για τις κυψέλες ολόκληρης της Χαλκιδικής αλλά και άλλων περιοχών. Η καταστροφή αυτή της πλούσιας μελισσοκομικής χλωρίδας θα είναι μη αναστρέψιμη λογω της μονιμότητας των σχεδιαζόμενων έργων.
ε) Οι διάφορες ασθένειες που προσβάλουν τις μέλισσες είναι ενδημικές και εμφανίζονται όταν αυτές καταπονηθούν από έλλειψη τροφής και νερού ή από ρύπανση του αέρα, της τροφής και γενικά του περιβάλλοντος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες είναι συνακόλουθοι της μεταλλευτική δραστηριότητα και θα έχουν ως αποτέλεσμα την έξαρση ασθενειών στις μέλισσες. Το γεγονός αυτό θα δημιουργήσει ιδιαίτερα μεγάλα προβλήματα στην εξάσκηση της μελισσοκομίας λόγω του ότι από το έτος 2006 και μετά δεν προβλέπεται η χρήση θεραπευτικών σκευασμάτων για όλες τις ασθένειες των μελισσών, πλην του παρασιτικού ακάρεως βαρόα (Varroa destructor). Η εξασθένιση του ανοσοποιητικού συστήματος των μελισσών σε συνδυασμό με το ενδημικό χαρακτήρα ασθενειών όπως η Αμερικάνικη Σηψιγονία και η Νοσεμίαση ασφαλώς θα δημιουργήσει ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες εκμετάλλευσης των μελισσών.
στ) Οι επιπτώσεις από την μεταλλευτική δραστηριότητα στα καλλιεργούμενα φυτά και στην αυτοφυή βλάστηση, θα έχει επίσης σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στα έντομα επικονιαστές. Η ρύπανση και η υποβάθμιση του εδάφους παράλληλα με την αποψίλωση και τον περιορισμό της φυσικής βλάστηση θα επηρεάσει αρνητικά άλλα ήδη εντόμων επικονιαστών, όπως είναι τα διάφορα είδη αγρίων μελισσών (των οικογενειών Αpidae, Anthophoridae, Megachilidae, Halictidae, Colletidae και άλλα) τα οποία χρησιμοποιούν το έδαφος ως ενδιαίτημά τους. Έτσι, παράλληλα με τις δυσμενείς συνθήκες ανάπτυξης των φυτών, όπως περιγράφηκαν παραπάνω, θα πρέπει να προστεθεί η και η δραματική μείωση του αριθμού των μελισσών και των άλλων επικονιαστών εντόμων, γεγονός το οποίο θα περιορίσει ακόμα περισσότερο την αυτοφυή βλάστηση, την παραγωγή σπόρων, λαχανικών, καρπών και γενικά τον πολλαπλασιασμό των φυτών των οποίων η ύπαρξη εξαρτάται από την επικονίαση.
Όλα τα παραπάνω θα προκαλέσουν ανεπανόρθωτες ζημιές στον κλάδο της μελισσοκομίας σε βαθμό που η εξάσκηση της μελισσοκομίας όχι μόνο στη Χαλκιδική αλλά και σε αρκετές άλλες περιοχές της χώρας θα είναι αδύνατη.
Επιπτώσεις βαρέων μετάλλων στην ανθρώπινη υγεία
Τα βαρέα μέταλλα παρουσιάζουν αυξημένη τάση προσκόλλησης στους βιολογικούς ιστούς, και έτσι, απορροφούνται εύκολα από τον οργανισμό, όπου και συσσωρεύονται στα όργανα και στις αποθήκες του λίπους.
Η τοξικότητα που προκαλείται από το μόλυβδο παρουσιάζει πολλά συμπτώματα, η σοβαρότερη επίπτωση, ωστόσο, είναι οι επιδράσεις του στο νευρικό σύστημα των παιδιών. Στην περίπτωση αυτή, ο μόλυβδος παρεμβάλλεται στη μεταβίβαση των νευρικών σημάτων. Το φαινόμενο αυτό γίνεται εμφανές μέσω της ελάττωσης του βαθμού ευφυΐας (IQ) και μέσω της εμφάνισης προβλημάτων συντονισμού των κινήσεων. Στους ενήλικες, η έκθεση σε μόλυβδο μπορεί να προκαλέσει υπέρταση και άλλες επιπτώσεις στο αίμα, όπως αναιμία.
Το κάδμιο επηρεάζει τη λειτουργία του αναπνευστικού συστήματος. Ωστόσο, η έκθεση μέσω της διατροφικής πρόσληψης αν και μπορεί να είναι σε χαμηλά επίπεδα εφόσον διαρκεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα, οδηγεί σε βιοσυσσώρευση καδμίου στους νεφρούς και μπορεί να προκληθεί νεφρική βλάβη.
Ο υδράργυρος και οι ενώσεις του βιοσυσσωρεύονται, επίσης, στον οργανισμό και συσχετίζονται με την εμφάνιση νευρικών διαταραχών και βλάβης των νεφρών.
Το αρσενικό ευθύνεται για οξεία και χρόνια δηλητηρίαση. Η τοξικότητα του αρσενικού εξαρτάται από το επίπεδο της οξείδωσής του και τον τύπο του συμπλόκου που σχηματίζει με τα οργανικά μόρια στο σώμα του ανθρώπου. Οι χρόνιες επιδράσεις από την έκθεση σε αρσενικό περιλαμβάνουν γαστρεντερίτιδα, νεφρίτιδα και ηπατικές βλάβες. Το αρσενικό θεωρείται, επίσης, καρκινογόνο.
Η οξεία τοξίνωση από το χαλκό στον άνθρωπο συνήθως προκύπτει από την επιμόλυνση του πόσιμου νερού και των τροφίμων που προέρχονται από ρυπασμένες πρώτες ύλες για παραγωγή τροφίμων. Τα κλινικά συμπτώματα της χρόνιας τοξίνωσης από χαλκό γίνονται εμφανή όταν εξαντλείται η ικανότητα του οργανισμού για προστατευτική δέσμευση του χαλκού στο ήπαρ. Τα κλινικά αυτά συμπτώματα περιλαμβάνουν ηπατίτιδα, ηπατική κίρρωση και ίκτερο.
Οι παραπάνω πληροφορίες αποτελούν μέρος του πορίσματος της Σχολής Γεωπονίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στο οποίο αναφέρονται επίσης οι δυσμενείς επιπτώσεις στην κτηνοτροφία, αλιεία, υδατοκαλλιέργεια και η παραγωγή τροφίμων. Το πόρισμα συνοδεύεται από βιβλιογραφικές αναφορές, οι οποίες τεκμηριώνουν τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα και υπογράφεται από τους καθηγητές:
Αποστολίδης Απόστολος, Αναπληρωτής καθηγητής Ιχθυολογίας
Δημάση Θεριού Κορτέσσα, Καθηγήτρια Δενδροκομίας
Θρασυβούλου Ανδρέας, Καθηγητής Μελισσοκομίας
Λαζαρίδης Χαράλαμπος, Καθηγητής Μηχανικής Τροφίμων
Νικολάου Νικόλαος, Καθηγητής Αμπελουργίας
Ντότας Δημήτριος, Καθηγητής Διατροφής Αγροτικών Ζώων
Παναγιωτόπουλος Κυριάκος, Καθηγητής Εδαφολογίας (συντονιστής).
Σέμος Αναστάσιος, Καθηγητής Αγροτικής Οικονομίας.
Τσιάλτας Ιωάννης, Λέκτορας Εφαρμ. Φυσιολ. Φυτών Μεγάλης Καλλιέργειας
Ο θησαυρός της Χαλκιδικής δεν βρίσκεται στα σπλάχνα της, αλλά στην επιφάνειά της. Οφείλουμε να αντισταθούμε στην καταστροφή που την βαφτίζουν «ανάπτυξη». Οφείλουμε να τους δείξουμε τον πραγματικό χρυσό, την βιώσιμη ανάπτυξη, που στηρίζει ανθρώπινες υπάρξεις και ανθρώπινους πολιτισμούς, για να σταματήσουν να αναζητούν νεκρό χρυσάφι για τα θησαυροφυλάκιά τους μέσα από την καταστροφή και τα ερείπια της φύσης που θα αφήσουν πίσω τους.
Καθηγητής Λαζαρίδης Χ.
Σχολιάστε το άρθρο