Ερευνητές υποστηρίζουν ότι ξεκλείδωσαν γενετικά μυστικά της έντονης ευαισθησίας των μελισσών στις περιβαλλοντικές αλλαγές.
Επιστήμονες από τη Μεγ. Βρετανία και την Αυστραλία θεωρούν ότι τα ευρήματα τους θα τους βοηθήσουν να δείξουν τις συνδέσεις μεταξύ της διατροφής, του περιβάλλοντος και της ανάπτυξης του εντόμου και ότι θα μπορέσουν να δώσουν μια απάντηση σε φαινόμενα, όπως η Διαταραχή Κατάρρευσης Αποικίας.
«Οι μέλισσες ζουν σε σύνθετες κοινωνίες που αποτελούνται από δεκάδες χιλιάδες μέλη. Στην πλειονότητά τους είναι θηλυκές εργάτριες που δεν μπορούν να αναπαραχθούν και για αυτόν τον λόγο αφιερώνουν τη σύντομη ζωή τους στη συλλογή τροφής και σε άλλες ασχολίες, όπως η φροντίδα των προνυμφών μέσα στις κυψέλες. Όταν η βασίλισσα της κυψέλης γεννάει τα αβγά της οι εργάτριες αποφασίζουν αν η προνύμφη όταν εκκολαφθεί θα γίνει εργάτρια ή βασίλισσα. Έτσι οι προνύμφες τρέφονται ανάλογα με τη μοίρα που τους έχουν προδιαγράψει οι εργάτριες. Οι προνύμφες που προορίζονται για εργάτριες τρέφονται με γύρη και νέκταρ, ενώ εκείνες που προορίζονται για βασίλισσες με βασιλικό πολτό. Το ίδιο διαιτολόγιο ακολουθείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής των μελισσών. Οι εργάτριες τρώνε γύρη και νέκταρ ενώ οι βασίλισσες τον πολτό» αναφέρει ο Πολ Χαρντ, του Πανεπιστημίου Queen Mary στο Λονδίνο που ήταν μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Ο ρόλος που θα κληθούν να έχουν οι μέλισσες στην κυψέλη είναι αποτέλεσμα του λεγόμενου «ιστονικού κώδικα», μιας διαδικασίας που αφορά γενετικές μεταβολές οι οποίες λαμβάνουν χώρα σε μια οικογένεια πρωτεϊνών (ιστόνες) μέσα στον πυρήνα των κυττάρων. Σε αντίθεση με γενετικές μεταβολές, μεταβολές που είναι γραμμένες στο DNA αυτές λέγονται επιγενετικές μεταβολές. Οι ερευνητές τονίζουν ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που το φαινόμενο αυτό εντοπίζεται στις μελισσοπαραγωγούς μέλισσες.
«Η διαφορετική εξέλιξη σε μέλισσες που διαθέτουν το ίδιο DNA είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα επιγενετικής δράσης που ξεπερνά τους βασικούς γονιδιακούς μηχανισμούς. Από τις γνώσεις που έχουμε για το πώς λειτουργεί ο ιστονικός κώδικας σε άλλους οργανισμούς πιστεύουμε ότι στην περίπτωση των μελισσοπαραγωγών μελισσών παίζει κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη των προνυμφών τους» αναφέρει ο Μαρκ Ντίκμαν του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ που ήταν επίσης μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Η έρευνα δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Biochemistry and Molecular Biology».
Σχολιάστε το άρθρο