Κύρια θέματα και αναδυόμενες τάσεις
Στο Πλαίσιο του Εθνικού Προγράμματος Έρευνας και Προσπάθειας για την Αποτροπή της Παρακμής Επικονιαστών
Του Keith Delaplane, Καθηγητή και Διευθυντή του Προγράμματος, Πανεπιστήμιο της Georgia, ΗΠΑ
Τον περασμένο Αύγουστο, οι υπεύθυνοι του Συντονισμένου (συνεργαζόμενου) Γεωργικού Προγράμματος (Coordinated Agricultural Project, CAP) με θέμα τους Διαχειριζόμενους Επικονιαστές (Managed Pollinators), http://www.beeccdcap.uga.edu/, κατέθεσαν στο Αμερικάνικο Υπουργείο Γεωργίας (USDA) ένα 96σέλιδο έγγραφο σχετικά με την πρόοδο του προγράμματος. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε μια συνάντηση στην Ουάσινγκτον μεταξύ μερικών δικών μας μελών και άλλων ειδικών επιστημόνων με σκοπό τη συζήτηση των λεπτομερειών του προγράμματος, καθώς και των μελλοντικών μας σχεδίων. Το ευχάριστο είναι ότι εγκρίθηκε η χρηματοδότηση για το τέταρτο και τελευταίο έτος. Εφόσον ολόκληρο το έγγραφο είναι αρκετά απαιτητικό στην ανάγνωση, πήρα την πρωτοβουλία να επισημάνω εδώ μερικές αναδυόμενες τάσεις στο έργο μας. Καταρχήν, να επισημάνουμε ότι, ο βασικός μας σκοπός είναι ο εντοπισμός και η κατανόηση των αιτιών της παρακμής των μελισσών. Παρακάτω δίνουμε μερικά σημαντικά σημεία.
• Δεν πετύχαμε στην αναπαραγωγή της αρνητικής ευρωπαϊκής εμπειρίας με τη Nosema ceranae. Αυτή η καινούργια νοζεμίαση φαίνεται λιγότερο επικίνδυνη από την παλαιά, τη Nosema apis, που την αντικατάστησε. Επιπλέον, φαίνεται ότι κανένα είδος νοζεμίασης δεν συνεργεί με ιούς για να αυξήσουν τη θνησιμότητα των μελισσών.
• Έχουμε δείξει ότι το άκαρι της βαρρόα, με παρουσία στις ΗΠΑ από το 1987, είναι ο φορέας (μέσο) για τον ισραηλινό ιό της οξείας παράλυσης (IAPV), ο οποίος εμπλέκεται στους θανάτους μελισσιών. Τα επίπεδα του IAPV αυξάνονται με την αύξηση των επιπέδων βαρρόα, επομένως το θέμα της βαρρόα αξίζει περισσότερη προσοχή.
• Η ομάδα μας μελετάει την χρήση της τεχνολογίας RNA σίγησης (RNA silencing) για να «σβήσουμε» τους παράγοντες παθογένειας που σχετίζονται με το IAPV.
• Μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις μας, είναι η συντονισμένη εθνική μελέτη σε συνεργασία με εφτά μελισσοκομικές μονάδες «φρουρούς» (στις πολιτείες Καλιφόρνια, Ουάσιγκτον, Τέξας, Μινεσότα, Φλόριντα, Πενσυλβάνια και Μέιν) στην προσπάθεια να καταλάβουμε τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιβίωση των μελισσών στη φύση, όπως: τα επίπεδα παρασίτων και ασθενειών, οι περιβαλλοντικές τοξίνες, τα καιρικά φαινόμενα, τα μοτίβα στη χρήση της γης και οι αλληλεπιδράσεις. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται σε υπολογιστικά μοντέλα για την εντόπιση συγκεκριμένων παραγόντων και αλληλεπιδράσεων που προβλέπουν καλύτερα την κατάρρευση των μελισσών. Έχουν προκύψει μερικές εκπλήξεις. Για παράδειγμα, η θνησιμότητα των μελισσών επηρεάζεται αρνητικά (δηλαδή πεθαίνουν λιγότερες μέλισσες) όσο αυξάνεται το ποσοστό της γης που χρησιμοποιείται για την γεωργία, αν και δεν συσχετίζεται με καμία αναγνωρίσιμη τάση στη χρήση φυτοφαρμάκων. Εξετάζοντας πανεθνικά δείγματα γύρης μελισσών βρήκαμε 130 διαφορετικά κατάλοιπα φυτοφαρμάκων ή μεταβολιτών τους. Ο μέσος αριθμός καταλοίπων ανά φορτίο γύρης μελισσών είναι 6,2! Όμως, είναι πολύ δύσκολο να συνδέσουμε αυτά τα επίπεδα με τη θνησιμότητα μελισσών. Μέχρι στιγμής έχουμε βρει μόνο μια ασθενή σχέση με τα επίπεδα φυτοπροστατευτικών ουσιών και τις υψηλότερες τιμές θανάτωσης βασιλισσών. Γενικώς, τα στοιχεία εδώ δείχνουν την πρωτιά της βαρρόα. Υψηλά επίπεδα βαρρόα σχετίζονται με υψηλά επίπεδα ιών και με μικρούς πληθυσμούς ενηλίκων μελισσών και γόνου.
• Έχουμε δείξει έναν υψηλό βαθμό (73-93%) διασταυρούμενης μόλυνσης ιών μεταξύ μελισσών και τοπικών αγριομελισσών. Επομένως, υπάρχει η πιθανότητα για περίπλοκες πορείες μόλυνσης/επαναμόλυνσης στη φύση.
• Η ομάδα μας έχει αποδείξει την πιθανότητα επικίνδυνων (για τις μέλισσες) χημικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ γεωργικών μυκητοκτόνων και δυο κοινών ακαρεοκτόνων που χρησιμοποιούν οι μελισσοκόμοι για την αντιμετώπιση της βαρρόα (coumaphose και fluvalinate). Και εδώ έρχεται το δίλημμα – τα στοιχεία μας δείχνουν ξεκάθαρα πόσο σημαντικός είναι ο έλεγχος της βαρρόα, όμως οι πιο κοινές χημικές ουσίες που είναι διαθέσιμες στους μελισσοκόμους για την αντιμετώπιση της βαρρόα είναι οι ίδιες επικίνδυνες όταν συνδυάζονται με άλλες περιβαλλοντικές τοξίνες.
• Έχουμε προσδιορίσει ότι το ράντισμα σπόρων γεωργικών καλλιεργειών με νεονικοτινοειδή είναι μια τοξική απειλή στους επικονιαστές έντομα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της έκθεσής τους σε σκόνη ραντισμένων σπόρων καλαμποκιού την εποχή της φύτευσής τους, την άνοιξη. Αυτές οι ουσίες απορροφώνται και κυκλοφορούν σε όλο το φυτό, επιμένουν στο περιβάλλον και είναι θανατηφόρες στις μέλισσες σε ποσότητες μεγέθους μέρη ανά χιλιάδα.
• Όμως, όταν υπολογίζουμε το σύνολο των φυτοφαρμάκων σε εθνικό επίπεδο, τα κατάλοιπα από πυρεθροειδή (μεγάλη κατηγορία συμβατικών φυτοφαρμάκων με «παλαιά» χημεία) είναι τρεις φορές πιο επικίνδυνα για τα μελίσσια από τα νεονικοτινοειδή, με βάση το μέσο όρο και τη συχνότητα ανίχνευσης στα δείγματα γύρης και τη σχετική οξεία τοξικότητα.
• Στην αναζήτηση μη-χημικών απαντήσεων στο πρόβλημα της βαρρόα, η ομάδα μας μελετάει τη γενετική βάση των ασθενειών των μελισσών και της ανθεκτικότητά της σε παράσιτα. Μελετάμε τη γενετική βάση της «συμπεριφοράς καθαρισμού», όπου οι μέλισσες καθαρίζονται μόνες τους από το άκαρι της βαρρόα και της «συμπεριφοράς υγιεινής» όπου οι μέλισσες αναγνωρίζουν κελιά που έχουν ακάρεα και τα απομακρύνουν από την κυψέλη. Ο συνδυασμός των δύο πρέπει να αυξήσει την ανθεκτικότητά τους στη μολυσματική αυτή ασθένεια. Μια άλλη ομάδα προσπαθεί να επεκτείνει τη γενετική ποικιλότητα των μελισσών, οι οποίες να είναι διαθέσιμες σε μελισσοκόμους, εισάγοντας το γενετικό υλικό μελισσών από την Ανατολική Ευρώπη. Μια τρίτη ομάδα δημιούργησε τη «Bee Team» για να βοηθήσει, επί τόπου, τους μελισσοκόμους της Καλιφόρνιας στην επιλογή μελισσών με βάση την ασθένεια και την ανθεκτικότητα στα άκαρεα.
• Το τμήμα πληροφοριών του CAP, εστιάζεται στην δημοσίευση ενός Οδηγού των Καλύτερων Πρακτικών Διαχείρισης, των εκπαιδευτικών βίντεο και των δελτίων υγείας για τα μελίσσια στην ιστοσελίδα μας, περιέχοντας αξιολογημένες και επιστημονικές πληροφορίες.
• Αν το CAP μας, έχει φτάσει σε ένα μόνο συμπέρασμα, είναι ότι η «παρακμή των μελισσών» είναι ένα τεράστιο θέμα το οποίο δεν οφείλεται σε μία ή σε λίγες αιτίες. Αντί αυτού, πρόκειται για ένα ιστό αιτιών στον οποίο η απάντηση θα απαιτήσει, όχι μόνο καλές πρακτικές μελισσοκομίας άλλα και την αναθεώρηση της χρήσης της γης και των συνηθειών του ελέγχου των παρασίτων.
Σχόλιο από εμάς:
Θα αναρωτηθεί, καλοπροαίρετα κάποιος, γιατί να μας ενδιαφέρει μια τέτοια ετήσια έκθεση και μάλιστα μιας χώρας τόσο μακριά από εμάς;
Η απάντηση κινείται σε δυο επίπεδα.
Α. Για να δούμε κάποια αποτελέσματα της δουλειάς που προκύπτουν από την εργασία πολλών επιστημόνων σε διαφορετικά προσανατολισμένα ερευνητικά κέντρα, με κοινό, όμως, στόχο, τη μελέτη των επικονιαστών για την αντιμετώπιση του προβλήματος της μείωσης των πληθυσμών τους. Τα αποτελέσματα αυτά, έχουν μια αυτόνομη γνωσιακή αξία, καθώς από τη μια μας δίνουν νέες πληροφορίες για την επίδραση του «νέου περιβάλλοντος» στη συμπεριφορά των μελισσών, κύριου επικονιαστή και από την άλλη μας δίνουν τις πρώτες αντιδράσεις των μελισσών στην επικράτηση του ίδιου αυτού «νέου περιβάλλοντος». Η γνωσιακή αξία της διαδρομής μιας ερευνητικής προσπάθειας δεν μπορεί να αποτυπωθεί μόνο στα αποτελέσματα της προσπάθειας αυτής. Εμπεριέχει πολλές περισσότερες πληροφορίες από αυτές που εμείς διαβάζουμε στις περιλήψεις τέτοιων εργασιών. Πληροφορίες που δεν είναι άμεσα διαθέσιμες στο μάτι ενός μελισσοκόμου και πολλές φορές ούτε στο μυαλό ενός αναγνώστη -ερευνητή. Η γνώση όμως που παράγεται, είναι βέβαιο ότι συμμετέχει στο χτίσιμο μιας πραγματικής βάσης δεδομένων-γνώσης που πάνω της βαδίζουν οι νέες ερευνητικές προσπάθειες και πάει λέγοντας. Η λαϊκή σοφία λέει «κάνε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό». Καλό είναι, θα πιάσει τόπο. Η επιστημονική σοφία λέει «κάνε την όποια έρευνα σου κατέβει και δημοσίευσέ την». Κάποιος θα τη διαβάσει και θα πιάσει τόπο. Εννοείται, χωρίς πολλή ανάλυση, ότι το είδος της έρευνας και τα αποτελέσματά της κρίνονται από την επιστημονική κοινότητα με κανόνες αμιγούς επιστημονικής γνώσης και τίποτε άλλο πέραν αυτού.
Έτσι λοιπόν, η ετήσια αυτή έκθεση εμπεριέχει πολλές τέτοιες νέες πληροφορίες. Κάποιες από αυτές είναι άμεσα προσλαμβανόμενες από τους μελισσοκόμους, όπως η μεταφορά ιών από τη βαρρόα και η αναγκαία αντιμετώπισή της και κάποιες έμμεσα, όπως η έρευνα του RNA silencing στην παθογένεια των ίδιων ιών.
Β. Το δεύτερο επίπεδο στην απάντηση της ερώτησης «γιατί να μας ενδιαφέρει μια τέτοια ετήσια έκθεση και μάλιστα μιας χώρας τόσο μακριά από εμάς;» κινείται σε μια συζήτηση που μπορούν να συμμετέχουν όλοι με μοναδικό προαπαιτούμενο την αγάπη τους για τις μέλισσες και τη γνώση. Μελισσοκόμοι (εγγράμματοι ή όχι), επιστήμονες και όποιος άλλος «κοινός θνητός» το επιθυμεί.
Το πρώτο που παρατηρούμε είναι τα λόγια του Keith Delaplane, διευθυντή του συγκεκριμένου προγράμματος και καθηγητή του Πανεπιστημίου της Georgia στις ΗΠΑ: «Το ευχάριστο είναι ότι εγκρίθηκε η χρηματοδότηση για το τέταρτο και τελευταίο έτος». Μια τεράστια χρηματοδότηση έρευνας για ένα τεράστιο πρόβλημα. Φυσικά και είναι χαρούμενος ο καθηγητής. Απίστευτα κονδύλια έχουν διοχετευτεί στη μελισσοκομική έρευνα, στις ΗΠΑ, μετά την συνειδητοποίηση του προβλήματος της κατάρρευσης των μελισσών (CCD). Το πρόβλημα είναι τεράστιο, όπως έχουμε ξαναγράψει πολλές φορές, γιατί δημιουργεί υπερπολλαπλάσιες απώλειες στην πρωτογενή παραγωγή, δηλαδή απώλεια της παγκόσμιας τροφαποθήκης.
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά την αναζήτηση μη-χημικών απαντήσεων στο πρόβλημα της βαρρόα με βάση τη γενετική συμπεριφορά καθαρισμού μέσω της εισαγωγής και αναπαραγωγής βασιλισσών από την Ανατολική Ευρώπη. Ταυτόχρονα η ομάδα «Bee Team» βοηθάει επί τόπου τους μελισσοκόμους της Καλιφόρνιας στην επιλογή μελισσών με βάση την ασθένεια και την ανθεκτικότητα στα άκαρεα. Η Ελλάδα δεν είναι ανατολική Ευρώπη, αλλά νοτιοανατολική. Θα δημιουργήσουμε κάποιο σχέδιο με μέλλον και αποτελέσματα ή θα περιμένουμε τους Αμερικανούς να το κάνουν από τις βασίλισσες της ανατολικής Ευρώπης και μετά να εισαγάγουμε τις αμερικανικές σαν μανάδες σωτηρίας; Σαν το σωτήριο μάννα.
Η τρίτη παρατήρηση είναι η μεγάλη συνεργατικότητα που αναπτύχθηκε για την επίτευξη των αποτελεσμάτων. Επτά (7) μεγάλες μελισσοκομικές εταιρείες πρωτογενούς παραγωγής σε αντίστοιχες πολιτείες (μελισσοκόμοι δηλαδή), Υπουργείο Γεωργίας, δεκαέξι (16) Πανεπιστήμια, Ερευνητικά Κέντρα και πολλοί άλλοι φορείς, συντονίστηκαν για να «ερευνήσουν» το νέο μεγάλο εχθρό που ονομάζουμε CCD. Όλοι μαζί δηλαδή, μοιράστηκαν το πρόβλημα, τη δουλειά, την ευθύνη και φυσικά τα κονδύλια. Όλοι μαζί.
Η τέταρτη και τελευταία παρατήρηση αφορά την κατεύθυνση της έρευνας και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων. Χωρίς να μπαίνουμε στα αμιγώς επιστημονικά «χωράφια», μπορούμε εύκολα να διαισθανθούμε μια αποφυγή της επίρριψης «ευθυνών» στα νεονικοτονοειδή και στα μεταλλαγμένα. Στα τελευταία δε, ούτε καν αναφορά. Σαν να μην υπάρχουν. Στην Ευρώπη, το ίδιο πρόβλημα, το σύνδρομο κατάρρευσης, το σύνδρομο απωλειών μελισσών, παρακμής ή όπως αλλιώς το πούμε έχει έναν σαφή προσδιορισμό έρευνας, αυτό των νεονικοτονοειδών και των προβλημάτων που δημιούργησαν. Εδώ γεννιούνται ερωτήματα. Είναι διαφορετικά τα ερευνητικά αποτελέσματα σε ΗΠΑ και Ευρώπη; Υπάρχει κάποιο άβατο της έρευνας σε θέματα που καίνε και δεν πρέπει να τα πλησιάσουμε μην τυχόν και καούμε; Είναι μονάχα η αδράνεια ενός συστήματος έρευνας και τελικά αργά ή γρήγορα όλοι θα ερευνήσουν και θα ανακαλύψουν το ίδιο. Η έρευνα, η παγκόσμια έρευνα σε επιστήμες όπως η βιολογία, βασίζεται σε έναν πολύ απλό κανόνα: πείραμα και επαλήθευση. Τα αληθή αποτελέσματα μιας έρευνας επαληθεύονται όσες φορές και αν πραγματοποιηθούν με πειράματα κάτω από ίδιες συνθήκες. Τα ίδια πειράματα «οφείλουν» να εξάγουν τα ίδια αποτελέσματα, αν αποτελούν μέρος μιας αλήθειας. Είναι τελικά τα νεονικοτονοειδή το μεγάλο πρόβλημα, είναι τα πυρεθροειδή, είναι ο συνδυασμός τους; Ερωτήματα για τα οποία προφανώς δεν έχουμε σαφείς απαντήσεις. Περιμένουμε να δούμε τις δημοσιεύσεις και εδώ θα είμαστε για σχολιασμό, όχι εκ του ασφαλούς, όπως θα σκεφτόταν ένας κακεντρεχής, αλλά εκ της υπάρχουσας μελισσοκομικής γνώσης και όχι μόνο.
Σχολιάστε το άρθρο