Περίληψη: Η μικρή Λίλι ζει με τον πατέρα της στο αγροτόσπιτό τους, μέσα σε ένα κτήμα ροδάκινων. Σε ένα ατύχημα σκοτώνει τη μητέρα της, η οποία είχε εγκαταλείψει τη συζυγική στέγη. Η εμμονή της με τις μέλισσες και η αναζήτηση της κρυφής, για εκείνη, ζωής της μητέρας της, την οδηγεί μαζί με την φυγάδα μαύρη γκουβερνάντα της σε ένα ταξίδι αναζήτησης. Ο τερματικός σταθμός είναι ένα κερασί σπίτι, ένας μελισσώνας και πολύ αγάπη από τους «έγχρωμους» κατοίκους του. Εκεί θα γαληνέψει, θα βρει κάποιες απαντήσεις και επιτέλους θα «χορτάσει» την ψυχή της με το μέλι των παιδικών της αναμνήσεων.
Μια πάρα πολύ καλή ταινία που βασίστηκε στο βιβλίο της Sue Monk Kidd, «Η μυστική ζωή των μελισσών», το οποίο γράφτηκε το 2002 και κυκλοφορεί στα Αγγλικά από τις εκδόσεις Penguin.
Η ταινία κυλά σε ένα «κανονικό ρυθμό», με τις σκηνές βίας σε ένταση και τις μαγικές σκηνές της φυγής σε ένα ρυθμό αργόσυρτο και νωχελικό, σαν αυτό που ταιριάζει σε βήματα ανθρώπων που δεν έχουν να χάσουν τίποτα Rosaleen (Ρόζαλιν) ή σε αυτούς που θέλουν να βρουν την αλήθεια έχοντας καταχωνιάσει σκληρά την παιδική αθωότητά τους Lily (Λίλη).
Η μυστική ζωή των μελισσών, η μυστική ζωή της Λίλη, το ψέμα που όφειλε να κρυφτεί στην παιδική λήθη, η αλήθεια που βρήκε αποκούμπι σε ένα μοναχικό τείχος δακρύων. Στο τείχος των δακρύων εναποθέτει η May (Μέυ) όλη της την συναισθηματική ανασφάλεια και φόρτιση. Στο ίδιο τείχος ακουμπά τα τελευταία της λόγια, στην ύστατη προσπάθειά της να απενοχοποιήσει τους υπόλοιπους αγαπημένους της ανθρώπους. Στο ίδιο τείχος και η Λίλη παραδίδει το χειρόγραφο ημερολόγιό της, με τους φόβους της και τις ελπίδες της. Σαν τους στίχους του δικού μας, Θανάση Παπακωνσταντίνου, «Πάρε και γράψε, αγόρι μου, με το καλό σου χέρι ό,τι η ψυχή σου λαχταρά στο άδειο το χαρτί» … «κι έγραψα με τ’ αριστερό -άδεια ζωή- ήρεμα και μ’ αγάπη».
Μια ταινία που τελικά πραγματεύεται τα βαθύτερα και ταυτόχρονα τα απλούστερα όλων. Τη μητρική αγάπη και την απάντηση του βασικότερου ερωτήματος στο μυαλό ενός κοριτσιού: Υπήρξε η μητρική αγάπη; Υπήρξε η μητρική αγάπη στη ζωή της; ή υπάρχει τελικά μια ελεγχόμενη και επιτακτική επιθυμία που οδηγεί στη δημιουργία εικόνων, που με τη σειρά τους κατασκευάζουν τις μνήμες; Κόντρα στο μίσος του πατέρα ή καλύτερα κόντρα στην αδυναμία του να αποδεχτεί την ύπαρξη ενός «καρπού» που του θυμίζει την δικιά του ανασφαλή και σιωπηρή ζωή του.
Ένα κορίτσι που τιμωρείται από τον πατέρα της, όχι για τις ζαβολιές της, όχι για τη δολοφονία της μητέρας της, μα για τη βούληση (και ανάγκη) ενός ανθρώπου που έχει το ρόλο πρωτίστως της συζύγου και δευτερευόντος της μητέρας, να την έχει μαζί της στην καινούργια της ζωή. Δεν μπορεί να διαχωρίσει η μικρή Λίλη την πατρική τιμωρία, την απόρριψη και τη γονεϊκή αγάπη. Μια αγάπη που με δικαιωματική απαίτηση και πείσμα θα ψάξει να βρει και τελικά με ευκολία, στοργή και σιγουριά θα της δοθεί από αυτούς που ήταν εξόριστοι στην «καινούργια τους πατρίδα».
Οι μέλισσες οδήγησαν το κορίτσι στην Μαύρη Παναγία, το μοναδικό στοιχείο που συνέδεε τη δικιά της ζωή μ’ αυτήν της χαμένης μητέρας της. Στη Μαύρη Παναγία, στο ελάχιστο φως μιας ασπρόμαυρης κοινωνίας που η εξουσία των λευκών στηρίχτηκε στη βία και στην ανοχή. Μιας κοινωνίας που η δυσκολία της να αποδεχτεί το διαφορετικό, ένωσε ανθρώπους σε μια αξιοπρεπή και γενναία στάση ζωής. Η ταινία σκιαγραφεί με σταθερό τρόπο, σχεδόν αθόρυβα, τη δύσκολη και καθοριστική δεκαετία του 1960 (παρόλο που δεν κάνει χρονική πορεία ετών) στην κατεύθυνση της πολυπόθητης απόκτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσα από την κοινωνική πάλη και αντίσταση των Αφροαμερικάνων και μιας μειοψηφίας λευκών, στην South Carolina (Νότια Καρολίνα).
Μελισσοκομικά η ταινία δείχνει ένα πολύ καλό πρόσωπο, με σκηνές τρύγου, μελισσοκομική αποθήκη, επιθεώρηση μελισσών και το πρώτο μάθημα μελισσοκομίας στη μικρή Λίλη, με ακρίβεια στις λέξεις και στις περιγραφές. Μικρή απόκλιση από την πραγματική εικόνα, η επίδειξη της βασίλισσας σε κοντινό πλάνο κηρήθρας, που ασφυκτιά ανάμεσα σε δυο μακρινά πλάνα ενός γεμάτου πλαισίου μελιού. Μικρή λεπτομέρεια που μόνο ένα μελισσοκομικό μάτι μπορεί να πιάσει.
Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι και η κινηματογραφική συνάντηση τριών «μεγάλων» γυναικείων φωνών της αφροαμερικάνικης κουλτούρας: Queen Latifah (Κουίν Λατίφα), Alicia Keys (Αλίσια Κις) και Jennifer Hudson (Τζένιφερ Χάντσον). Η ταινία προβλήθηκε πρώτη φορά στο festival (Φεστιβάλ) του Toronto (Τορόντο) το 2008.
Πάρα πολύ καλή ταινία που σίγουρα θα σας αφήσει μερικά μελισσοκομικά χαμόγελα, μια αισιόδοξη σιωπή και μια γεύση πόνου μέσα από την πιθανή συνειδητοποίηση της ανθρώπινης μανίας για εξουσία. Το τελευταίο θέλει και λίγη προσπάθεια παραπάνω.
Διάρκεια: 100 λεπτά
Σκηνοθεσία: Gina Prince-Bythewood
Σενάριο: Gina Prince-Bythewood – Sue Monk Kidd
Μοντάζ: Terilyn A. Shropshire
Μουσική: Mark Isham
Ηθοποιοί: Dakota Fanning (Λίλη), Paul Bettany (ΤΡέη), Queen Latifah (Όγκοστ), Jennifer Hudson (Ρόζαλιν), Alicia Keys (Τζούν), Sophie Okonedo (Μέυ), Hilarie Burton ( Ντέμπορα), Tristan Wilds (Ζακ), Nate Parker (Νιλ)
Παραγωγή: Ed Cathell III, James Lassiter, Ewan Leslie, Joe Pichirallo, Lauren Shuler Donner
Χώρα παραγωγής: ΗΠΑ, 2008
Εταιρία διανομής: Odeon
Σχολιάστε το άρθρο